ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ


Κατανοώντας την κατάθλιψη….

Η πρώτη αναγνώριση της κατάθλιψης ως διαταραχή μετράει 2400 χρόνια και έγινε από τον Ιπποκράτη  με τον όρο μελαγχολία. Σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό όλοι δυνητικά μπορούμε να την εκδηλώσουμε. Υπολογίζεται, μάλιστα, πως παγκοσμίως τα άτομα που υποφέρουν από κατάθλιψη υπερβαίνουν το ένα εκατομμύριο.
Συχνά η κατάθλιψη ταυτίζεται με την άσχημη διάθεση. Ωστόσο έχει συμπτώματα γνωσιακά συναισθηματικά, συμπεριφορικά, σωματικά. Επηρεάζει δηλαδή πολλούς τομείς της ζωής μας, τη σκέψη μας, την ενεργητικότητα μας, τη συγκέντρωση προσοχής μας, τον ύπνο, την ερωτική μας διάθεση..
Πιο συγκεκριμένα η κατάθλιψη επηρεάζει το βαθμό κινητοποίησής μας, δηλαδή, το κίνητρο για δράση. Μπορεί να νιώθουμε αδύναμοι να εμπλακούμε σε δραστηριότητες που άλλοτε μας ευχαριστούσαν ή να ασχοληθούμε με άλλες νέες. Μπορεί να έχουμε χάσει το ενδιαφέρον μας και όλα να μας φαίνονται άσκοπα ή ανούσια. Αυτή η έλλειψη ευχαρίστησης είναι διάχυτη σε όλη την καθημερινότητά μας.
Τα συναισθήματα που βιώνουμε είναι περισσότερο αρνητικά. Μπορεί μάλιστα να γίνουμε υπερβολικά ευερέθιστοι με έντονο θυμό και δυσκολία διαχείρισής του απέναντι στους άλλους και παράλληλα τρομερά ευάλωτοι βιώνοντας άγχος και φόβο για καταστάσεις που παλαιότερα δε μας επηρέαζαν.
Οι αλλαγές είναι αρκετές και στη φυσιολογία μας. Η αϋπνία, οι δυσκολίες στον ύπνο ή και η υπερυπνία, η απώλεια ή αύξηση όρεξης, η εξάντληση, η κόπωση είναι σωματικά συμπτώματα που συνδέονται με την κατάθλιψη.
Προσπαθώντας να κρύψουμε την κατάθλιψη αποφεύγουμε τελικά τις κοινωνικές σχέσεις  ή ακόμη απομακρυνόμαστε από τους δικούς μας ανθρώπους, συγγενείς φίλους ή το σύντροφό μας όταν πιστεύουμε ότι δεν μπορούν να καταλάβουν τι νιώθουμε.
Φτιάχνουμε νοητικές εικόνες για να περιγράψουμε την κατάστασή μας,  που συχνά περιλαμβάνουν σκοτάδι ή την αίσθηση εγκλωβισμού και αδυναμίας διαφυγής.
Η κατάθλιψη επηρεάζει σε πολύ σημαντικό βαθμό και τη σκέψη μας. Μάλιστα χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένα πρότυπα σκέψης τα οποία τη συντηρούν. Κυριαρχούν οι αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό μας (αυτοκριτική), για τον κόσμο (γενικός αρνητισμός) και για το μέλλον μας (απελπισία). Καταστροφικές σκέψεις όπως «δεν είμαι καλή μητέρα», πρέπει να είμαι άχρηστος για να μου έτυχαν όλα αυτά», «αξίζω να τα παθαίνω όλα αυτά» μας κατακλύζουν και συμβάλλουν στη χαμηλή αυτοεκτίμηση και τις προβληματικές σχέσεις. Πολλές φορές μπορεί να παρερμηνεύουμε γεγονότα «διαβάζοντας τη σκέψη των άλλων» βλέποντας τους όλους κακούς και επικριτικούς. Παρατηρούμε περισσότερο τις αρνητικές παρά τις θετικές ή ουδέτερες πλευρές των εμπειριών μας. Τελικά, φανταζόμαστε και το μέλλον μας εντελώς αρνητικό. Προβλέπουμε ή και προσδοκούμε την άσχημη έκβαση των πραγμάτων και ίσως λόγω αυτής της προσδοκίας αποφεύγουμε δραστηριότητες που στην πραγματικότητα μας ευχαριστούν.
Ουσιαστικά οι σκέψεις αυτές ανατροφοδοτούν η μία την άλλη. Μπορεί να μην έχουμε όρεξη να κάνουμε πράγματα και όταν δεν είμαστε δραστήριοι πιστεύουμε ότι είμαστε άχρηστοι και τελικά βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο στην κατάθλιψη. Αυτή η κυκλική διεργασία ενισχύει τις αρνητικές μας αντιδράσεις, είναι ο φαύλος κύκλος που πρέπει να σπάσει.
Χρειάζεται λοιπόν αρχικά να αναγνωρίσουμε τις αρνητικές σκέψεις, να τις αξιολογήσουμε να τις ελέγξουμε και να τις αναδομήσουμε εξετάζοντας όλες τις πληροφορίες της ζωής μας. Ακόμη κι αν παρατηρούμε δεδομένα που στηρίζουν την αρνητική σκέψη σίγουρα υπάρχουν παράλληλα και άλλα που αντιτίθενται σε αυτή. Έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε εναλλακτικές σκέψεις εξετάζοντας τα γεγονότα από διαφορετικό πρίσμα.
Η αλλαγή στον τρόπο που σκεφτόμαστε είναι το βασικότερο στοιχείο της θεραπείας για την κατάθλιψη.

Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια